- Κρηστωνια
- Κρηστωνίαἡ Thuc. = Κρηστωναίη См. Κρηστωναιη
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Κρηστωνία — Κρηστωνίᾱ , Κρηστωνίη fem nom/voc/acc dual Κρηστωνίᾱ , Κρηστωνίη fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κρηστωνία — Περιοχή της μεσημβρινής Μακεδονίας, κατά την αρχαιότητα. Η Κ. οφείλει την ονομασία της στους Κρηστωναίους Πελασγούς, οι οποίοι παλαιότερα κατοικούσαν στην περιοχή γύρω από την Όλυνθο και στη χερσόνησο του Άθω. Συνόρευε Ν με τη Μυγδονία, Β με την… … Dictionary of Greek
Κρηστωνίαν — Κρηστωνίᾱν , Κρηστωνίη fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Παιονία — Στην αρχαιότητα περιοχή της Kεντρικής Μακεδονίας, η οποία περιελάμβανε την Ημαθία, Κρηστωνία, Μυγδωνία και τη χώρα των Αγριάνων φτάνοντας έως το Παγγαίο. Πριν από την επικράτηση των Μακεδόνων και ιδιαίτερα πριν από τον Φίλιππο και τον Μέγα… … Dictionary of Greek
Βισαλτία — Αρχαίο βασίλειο της Μακεδονίας, που συνόρευε με την περιοχή του ποταμού Στρυμόνα. Αποτελούσε βασίλειο με τη γειτονική Κρηστωνία. Όταν ο Ξέρξης μπήκε στην Ελλάδα, ο βασιλιάς της Β. δεν δέχτηκε να τον ακολουθήσει και κατέφυγε στη Ροδόπη. Επειδή… … Dictionary of Greek